Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2015

ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΚΑΛΛΟΣ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕ ΛΕΠΤΟΥ Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,

 
 
 
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,
ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 1ο, στίχοι 1 ἔως 25, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς 19-12-2004.
 
Ὁ Θεός, μέσα στήν ἀγαπητική Του συγκατάβαση γιά μᾶς, πολλές φορές κάνει ἀπρόβλεπτα πράγματα - κατά τά μέτρα τοῦ δικοῦ μας μυαλοῦ ἀπρόβλεπτα. Ἀπρόβλεπτο, ἐξάλλου, καί σάν ἔκφραση εἶναι τό γεγονός τῆς Σαρκώσεως. Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος στήν κυριολεξία μιμεῖται αὐτό τό μέγεθος, γιατί κάνει μιά ἀπρόβλεπτη ἔναρξη τοῦ Εὐαγγελίου του, τοῦ πρώτου κατά σειρά μάλιστα ἐκ τῶν τεσσάρων Εὐαγγελίων τῆς Καινῆς Διαθήκης, τοῦ πρώτου κειμένου τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Ἀπρόβλεπτο, λοιπόν, στήν κυριολεξία καί μάλιστα τό ἀπρόβλεπτο αὐτό τοῦ Ματθαίου ἀποκτᾶ μείζονα, μεγαλύτερη βαρύτητα γιατί δέν εἶναι κάτι πού τό ἄκουσε διδαχθέν ἀπό τόν Χριστό, νά μεταφέρει τά λόγια Του, ὅπως κάνει στήν ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία, [ὅπου] μεταφέρει τά λόγια τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι, θά ἔλεγα, μιά δική του σύλληψη, ἀλλά κατά Χάρη σύλληψη, μέσα στήν ἔκφραση τῆς θεοπνευστίας τῶν κειμένων. Κοιτάξτε τί εἶναι αὐτή ἡ σειρά τῶν ὀνομάτων, πού δέν ξέρω πόσοι ἀπό ἐσᾶς πρίν ἀπό λίγο θά εἶπαν, «Κουραστήκαμε, εἶναι πολλά ὀνόματα. Τί μᾶς τά λέει; Τί εἶναι αὐτά τά ὀνόματα; Δέν τά ξέρουμε. Καθυστεροῦμε, νά πᾶμε στό τέλος, νά πᾶμε στό ἀποτέλεσμα. Τί ἔγινε στό τέλος;». Ἀκριβῶς ἐδῶ εἶναι τό κάλλος τοῦ κειμένου, τό ἀπρόβλεπτο, τό μυστήριο καί θά ἔλεγα, ἄν ἐπιτρέπεται νά τό πῶ, ἡ ποιητική μαγεία τοῦ κειμένου.
Ὁ Θεός ὅ,τι κάνει τό κάνει μέ ἕναν διπλό τρόπο. Τό κάνει ἔχοντας ἕναν στόχο, πού εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἀλλά ταυτόχρονα δέν ἐξαντλεῖται στόν στόχο. Ὁ Θεός καθορίζει καί μπαίνει στή λεπτομέρεια τῆς πορείας, λέγοντας «θέλουμε νά γίνουμε ἅγιοι, αὐτό πού θέλει ὁ Θεός». Αὐτό ἔχει μιά λεπτομέρεια τοῦ κάθε λεπτοῦ. Εἶναι ἡ καλλιέργεια, τό κάλλος, ὁ θρίαμβος καί αὐτή ἡ ὀμορφιά τοῦ κάθε λεπτοῦ. Ὁ Ματθαῖος πραγματικά, μέ ἕναν μοναδικό τρόπο, γίνεται ἀπρόβλεπτος γι᾽ αὐτόν τόν λόγο. Θέλει νά καταλήξει στή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, πού τήν περιγράφει τό κείμενο πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο, ἀλλά ἀκριβῶς κάνει μιά καταπληκτική πορεία ἀναφέροντας τά γνωστά καί τά ἄγνωστα ὀνόματα τά ὁποῖα προηγήθηκαν γενεαλογικά κατά τά μέτρα τά ἀνθρώπινα τοῦ Χριστοῦ. Ὅπου δέν εἶναι ἁπλῶς τό τέλος πού ἔρχεται ὁ Χριστός· εἶναι ἀκριβῶς ἡ ὀμορφιά, ὁ θρίαμβος αὐτῶν τῶν προσώπων, γνωστῶν τε καί ἀγνώστων, πού ζήσανε κάποιες στιγμές ὅπου καλλιέργησαν βαθιά πράγματα τοῦ Θεοῦ καί μάλιστα, μέ ἕναν μοναδικό τρόπο κατά τά ἀνθρώπινα μέτρα, ἑτοίμασαν τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἀκραία πίστη τοῦ Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος πάει νά θυσιάσει τόν γιό του ἑτοιμάζει τήν πιό βαθιά κατανόηση γιά ἐμᾶς πού ὁ Θεός θυσιάζει τόν Γιό Του καί προηγεῖται ὁ ἄνθρωπος πού θυσιάζει πρίν τόν γιό του. Ἡ ἀκραία ἔκφραση τῆς μετανοίας τοῦ Δαυίδ καί, βλέπετε, στέκεται καί λέει ἀπό τόν Ἀβραάμ μέχρι τόν Δαυίδ γενεές δεκατέσσερις, ἀπό τόν Δαυίδ μέχρι τήν μετοικεσία Βαβυλῶνος (ἡ ἀκραία ἔκφραση τῆς μετανοίας ἤ τῆς πτώσης ὁλόκληρου λαοῦ, πού εἶναι ἡ μετοικεσία τῆς Βαβυλῶνος). Ἡ κάθε στιγμή, τό κάθε λεπτό, ἀποκτᾶ μιά ὀμορφιά. Καί ὁ Θεός στέκεται καί περιμένει. Περιμένει ὄχι ἁπλῶς γιατί Τοῦ ἀρέσει νά περιμένει, [ἀλλά] γιατί Τοῦ ἀρέσει ὅ,τι γίνεται νά γίνεται σέ βάθος καί νά ἀποκτᾶ ἕνα θριαμβικό μέγεθος.
Αὐτό ἀκριβῶς νά τό μεταφέρετε στή ζωή σας, αὐτό τό ἦθος τοῦ ἀπρόβλεπτου, τοῦ ἀνείπωτου τοῦ Ματθαίου καί τοῦ Χριστοῦ μας νά τό μεταφέρετε στή ζωή σας, ὅπου ἡ ζωή σας ἔχει στόχους, ἀλλά ταυτόχρονα αὐτοί οἱ στόχοι δέν ἐπιτυγχάνονται μέ μιά μονοτενῆ, δηλαδή μέ μιά ἀπρόσωπη βαρύτητα. Ἡ κάθε στιγμή ἔχει μιά προσωπικότητα, ἔχει μιά ὀμορφιά. Εἶναι τό κάλλος, ὁ θρίαμβος τοῦ κάθε λεπτοῦ, εἶναι ἡ γεύση τοῦ κάθε λεπτοῦ, εἶναι τό ὅτι ὁ χριστιανός «ρουφάει» τό κάθε λεπτό καί τό ἀνασαίνει τό κάθε λεπτό, τό κάνει μιά μοναδικότητα τοῦ Χριστοῦ καί αὐτό τό κάθε λεπτό, ἐπειδή εἶναι τόσο ὄμορφο καί τόσο πανέμορφο μέσα στίς δυσκολίες καί στούς πειρασμούς καί εἶναι τόσο συγκαταβατικό καί τόσο ἀπρόβλεπτο στήν ὀμορφιά πού ἔχει μέσα στίς δυσκολίες καί στούς πειρασμούς, ἀποκτᾶ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τώρα γεύση παραδείσου καί ἐκεῖνο πού ἔρχεται στό τέλος σάν ἁγιότητα, σάν παράδεισος, εἶναι κάτι τό ὁποῖο βιώθηκε καί ἐγεύθηκε· καί γίνεται ὁ χριστιανός ἀπρόβλεπτος. Πῶς μπορεῖ νά χαίρεται μές στίς δυσκολίες, μές στίς λύπες, μέσα στούς πόνους, μές στίς ἀρρώστιες; Εἶναι αὐτό τό κάλλος τό ποιητικό, τό ὁποῖο καταυγάζει τό ἀπρόβλεπτο τοῦ Χριστοῦ μας καί τό ἀπρόβλεπτο τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου.
Τό κείμενο, λοιπόν, ὁρίζει πάρα πολύ οὐσιαστικά πράγματα γιά τή ζωή μας. Ἀποκαλύπτει τήν ἐπωνυμία τῶν ἀνωνύμων καί ἀποκαλύπτει τήν προβολή τῆς δικῆς μας ἐπωνυμίας, πού, ὄντες ἀνώνυμοι πολλές φορές γιά τά μέτρα τά δημοσιογραφικά τοῦ κόσμου, παραμένουμε ἐπώνυμοι καλλιεργηταί τῶν μεγάλων πραγμάτων τοῦ Θεοῦ, ἄν καλλιεργήσουμε βαθιά αὐτό τό κάλλος, αὐτό τό ποιητικό κάλλος τῆς χαρᾶς, τῆς εὐλογίας, τῆς ἀπαντοχῆς τοῦ κάθε λεπτοῦ.
 

Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2015

†. Κυ 5-12-2004, ΚΙΝΗΣΗ Ή ΑΚΙΝΗΣΙΑ;


Η ΖΩΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ «ΑΚΙΝΗΣΙΑΣ» ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,


 
 
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,
ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 13ο, στίχοι 10 ἔως 17, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς 5-12-2004.
 
Θά ἔλεγε κάποιος πώς ἀκούσαμε ἕνα ἀκόμη θαῦμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἐπειδή τό θαῦμα ἀκριβῶς κινεῖται στόν χῶρο τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ μυστηρίου τῆς ἀγάπης Του, παρόλο πού φαινομενικά δηλώνει τί γίνεται, μέσα σέ αὐτό τό θαῦμα κρύβεται μιά ὁλόκληρη διεργασία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί τῆς καρδιακῆς ἀνταποκρίσεως τοῦ ἀνθρώπου σέ αὐτό τό θαῦμα πού κάνει. Αὐτή ἡ περικοπή πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο, τόσο ἁπλά κατανοητή, προσδιορίζει, στά ἐσωτερικά της πολύ μυστικά μεγέθη, πολύ βαθιές καρδιακές διεργασίες πού εἶναι ἀνοιχτές καί γιά μᾶς, φυσικά, γιά τή λειτουργία τοῦ δρόμου τοῦ θαύματος μέσα ἀπό ἄλλες διαδικασίες, πέρα ἀπό τόν τρόπο πού ἐμεῖς τό καταλαβαίνουμε σάν ἔκτακτο γεγονός, μέσα ἀπό τό ὁποῖο γίνεται κάτι ξαφνικά ἐπάνω μας.
Προσέξτε -καί πρέπει νά προσέξουμε- τίς λεπτομέρειες τῆς περικοπῆς. Ἐδῶ προσδιορίζεται πάρα πολύ συγκεκριμένα, σχεδόν μέ τρεῖς λέξεις (κάτι πού δέν εἶναι σύνηθες), τό εἶδος τῆς ἀρρώστιας τῆς γυναίκας, θαρρεῖς καί γράφει κάποιος ἕνα ἰατρικό δελτίο. Λέει «συγκύπτουσα, μή δυναμένη ἀνακῦψαι» καί μάλιστα «εἰς τό παντελές». Δέν εἶναι σύνηθες τό γεγονός τῆς περιγραφῆς τῆς ἀρρώστιας «τριτῶς», μέ αὐτόν τόν τρόπο πού γίνεται ἐδῶ πέρα καί θέλει κάτι νά προκαλέσει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, γιά τή διεργασία τῆς βαθιᾶς ἑρμηνείας τοῦ κειμένου. Δηλώνεται λοιπόν μιά ἀκινησία τῆς γυναίκας: «Συγκύπτουσα», «μή δυναμένη ἀνακῦψαι» καί «εἰς τό παντελές». Ταυτόχρονα ὅμως, ἀπ᾽ ὅ,τι φαίνεται, ἀπ᾽ ὅ,τι ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες πού προσεγγίζουν τήν περικοπή, μές στήν καρδιά τῆς γυναίκας τῆς ἐξωτερικά ἀκίνητης λειτουργεῖται μιά πολύ βαθιά κίνηση. Εἶναι μυστική κίνηση πού δέν φαίνεται στό κείμενο. Ἁπλῶς συλλαμβάνουμε τήν κίνησή της μέ ἕναν τρόπο ἀποφατικό ὄχι γιατί κάνει κάτι, οὔτε λέει τίποτε (εἶναι τελείως σιωπηλή), [ἀλλά] ἀπό τή λέξη πού λέει τό κείμενο, ὅτι ὁ Χριστός «προσεφώνησε» αὐτή.
Ὁ Χριστός, παρόλο πού μᾶς ἀγαπάει ἀτέλειωτα, δέν παρεμβαίνει ποτέ διά ἐξωτερικῶν γεγονότων γιά νά παρέμβει στήν ἐλευθερία μας. Ἐδῶ τό «προσεφώνησε» καί μάλιστα «προσεφώνησε» (δίνεται ἐπίφαση στό γεγονός τοῦ ἤχου τῆς φωνῆς) σημαίνει πού ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται σέ αὐτή τή βαθιά ἐσωτερική μυστική κίνηση πού κάνει ἡ γυναίκα, ἡ ἀκίνητη γυναίκα, ἀλλά κινούμενη καρδιακά πρός τόν Χριστό, ἀπ᾽ ὅ,τι φαίνεται μέ ἕναν τρόπο ἡσυχαστικό, βαθιά νηπτικό, ἀσκητικό. Αὐτή ἡ γυναίκα, πολύ μυστικά, πολύ κρυφά ἀσκήθηκε σέ αὐτή τήν κίνηση πρός τόν Χριστό καί ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται προσφωνῶν αὐτήν. Καί φαίνεται πού ἔτσι εἶναι τά πράγματα, πώς ἡ γυναίκα οὔτε διαμαρτύρεται γιά τήν ἀρρώστια, οὔτε περιγράφει τήν ἀρρώστια ἡ ἴδια, δέν κάνει τίποτε, παρά μόνο καταλήγει νά ἐμφανιστεῖ αὐτό τό μυστικό δομικό στοιχεῖο πού ἔχει πάνω της μέ τό ὅτι δοξολόγησε τόν Θεό. Καμιά ἄλλη κουβέντα. Ἐκρήγνυται ὅλη αὐτή ἡ ἐσωτερική κίνηση σέ μιά δοξολογία καί ἔρχεται ἕνα πρῶτο βασικό συμπέρασμα μέσα ἀπό τήν πορεία τῆς περικοπῆς, ὅτι ἡ βαθιά κίνηση ἡ ἐσωτερική ὁρίζει τά πράγματα γιά τή ζωή μας, ὅπου ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται κι Ἐκεῖνος μέ ἕναν μυστικό τρόπο, ἔστω μέ μιά φωνή πού προσεφώνησε, σέ αὐτή μας τήν κίνηση.
Εἶναι ὁλόκληρη ἡ πνευματική ζωή τοῦ χριστιανοῦ, πού εἶναι μιά πολύ βαθιά κίνηση, ἐν ἀντιδιαστολῇ μέ τόν περίγυρο τῆς περικοπῆς πού ἀκούσαμε (ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἔβλεπαν καί ἀνέλυαν τό γεγονός, γιατί καί πῶς, εἶναι Σάββατο…). Μιά ἀνάλυση, μιά λογοκρατία, μιά κυριαρχία πληθωρικότητας τοῦ λόγου, πού εἶναι οὐσιαστικά μιά ἀκινησία γιά τή λύση τῶν προβλημάτων τοῦ κόσμου. Ὅλη αὐτή ἡ δεδηλωμένη ἀναζήτηση μέ ἕνα δυναμικό τρόπο, μέ λόγια, μέ ἐκφράσεις, μέ φιλοσοφίες, γιά τό τί θά γίνει γιά τόν κόσμο, δηλώνει αὐτή τήν ὁριζόντια, τελείως δαιμονιώδη κίνηση. Δαιμονιώδης εἶναι ἡ κίνηση ἡ ὁποία δέν καταλήγει στόν Θεό. Εἶναι ἁπλῶς μιά κίνηση πού παλινδρομεῖ συνεχῶς μέ ἕναν σπειροειδῆ τρόπο καί δέν καταλήγει πουθενά, μιά συνεχής ἀναζήτηση. Αὐτό κάνει ὁ περίγυρος. Ἔχει φαινομενικά κίνηση καί ἔχει μιά νεκρή ἀκινησία καί κάνει ἡ περικοπή ἐδῶ πέρα αὐτή τήν ἀντιπαραβολή τῆς πληθωρικῆς σιωπῆς μέ τήν πληθωρική κίνηση καί ἀπορρίπτεται ἡ πληθωρική κίνηση ἄν δέν ὑπάρχει πληθωρική αὐτή ἡ ἡσυχία καί ἡ βαθιά κίνηση πρός τόν Χριστό μας. Καί γίνεται τό θαῦμα καί ἁπλῶς ὁ κόσμος γύρω χαίρει, χωρίς νά προσδιορίζει τί ἔγινε. Ξέρουν ὅτι κάτι βαθύ ἔγινε.
Καί ἀνοίγεται ἕνας δρόμος στή ζωή μας. Εἶναι πολύ βαθιά μυστικός. Ἡ πνευματική ζωή εἶναι ἕνα μυστήριο, δέν ὁρίζεται μέ συντεταγμένες. Ἡ Ἐκκλησία ἁπλῶς δίνει τρόπους καί αὐτοί οἱ τρόποι χαράζουν ἕνα βαθύ μυστήριο μέσα μας. Λέει «μετάνοια», λέει «νηστεία», λέει αὐτά πού λέει. Μέσα ἐκεῖ πέρα ὑπάρχει μιά ὁλόκληρη σιωπηλή κίνηση πρός τόν Χριστό πού καταργεῖ καί ἀναιρεῖ ὁποιαδήποτε διαμαρτυρία, ὁποιαδήποτε ἀνάλυση τοῦ «πῶς» καί τοῦ «γιατί», τοῦ «ἔτσι» καί τοῦ «ἀλλιῶς», «γιατί εἴμαστε;». Καί καταλήγει αὐτή ἡ κίνηση πρός τόν Χριστό καί γίνεται ἁπλῶς μιά δοξολογία. Στή χαρά καί στή λύπη ὅλα εἶναι δοξολογία καί ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται μυστικά καί ἡ γυναίκα ἡ ὁποία δέν κινεῖται πιά εἶναι κινούμενη, γιατί ὁ ἅγιος εἶναι κινούμενος καί ἔχει μιά ἀτέλειωτη κίνηση, πού πάει στόν οὐρανό. Αὐτή λοιπόν ἡ ἀντιπαραβολή τῆς κίνησης καί τῆς ἀκινησίας ὁρίζει πραγματικά καί μπορεῖ πραγματικά νά δώσει νόημα στή συνεχῶς ταραγμένη καί κινούμενη, ἀναζητοῦσα ἐποχή μας μέ τόσο πολλά λόγια.
Ἡ ὀρθόδοξη ζωή ἔχει αὐτή τή βαθιά κίνηση καί τότε, ὅταν τή βρεῖς, καί μιλᾶς καί σωπαίνεις εἶσαι στόν Χριστό κοντά. Ἄν δέν τήν βρεῖς, καί μιλᾶς καί σωπαίνεις εἶσαι δαιμονιώδης. Ἀκολουθεῖς αὐτήν τήν πορεία, εἰδάλλως, πραγματικά, καί μή ζώντας τήν Ὀρθοδοξία καί μιλώντας γιά τό κάλλος της, γιά τούς μεγάλους θησαυρούς της, δέν θά κάνουμε αὐτή τή βαθιά κίνηση, καί κρίνεται ὁλόκληρη ἡ ζωή μας. Καί τότε ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται φωνάζοντας πρός ἐμᾶς, προσφωνῶν πρός ἐμᾶς καί ἐμεῖς πιά δοξολογοῦμε τόν Θεό καί τίποτε ἄλλο καί ἐκεῖ τελειώνει ὅλη ἡ ἱστορία. Τελειώνει καί ἀρχίζει ξανά, καί εἶναι καί πάλι μιά κίνηση καί πάλι μιά σιωπή καί πάλι μιά θεραπεία ἀπό τόν Χριστό.
Εὐχόμαστε, λοιπόν, αὐτόν τόν μυστικό τρόπο τῆς ἀναιρέσεως τῆς δυναμικῆς τοῦ κόσμου τοῦ δικοῦ μας ἔτσι νά τόν ζήσουμε καί τότε πραγματικά θά βροῦμε τό κάλλος τῶν προτάσεων τῆς ὀρθοδόξου Παραδόσεώς μας.